Έσεξ

Έσεξ
Κομητεία (3.469 τ. χλμ., 1.310.922 κάτ. το 2002) της Μεγάλης Βρετανίας. Η κομητεία αρδεύεται από τους ποταμούς Στόθιρ, Λία, Στορτ και Τάμεση. Στα Α βρέχεται από τη Βόρεια θάλασσα και το έδαφός της είναι το περισσότερο καλλιεργημένο τμήμα της Μεγάλης Βρετανίας, με βασικά προϊόντα τα δημητριακά και τα φρούτα. Πρωτεύουσα είναι η πόλη Τσέλμσφορντ (155.800 κάτ.). Η κομητεία, που αποτελεί τμήμα της Αγγλίας, γνώρισε μεγάλη ακμή τον 7o αι. Το 870 κατακτήθηκε από τους Δανούς, αλλά απελευθερώθηκε από τον Εδουάρδο τον πρεσβύτερο, ο οποίος την ενσωμάτωσε στο βασίλειο του Γουέσεξ. Η γειτνίασή της εξάλλου με το Λονδίνο είναι η αιτία της διαρκούς συμμετοχής της στις εθνικές περιπέτειες της χώρας, από την εποχή του Ερρίκου Γ’ μέχρι εκείνη του εμφύλιου πόλεμου του 17ου αι. Από την κομητεία αυτή προέρχονται διάφοροι κόμητες, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην αγγλική ιστορία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Έσεξ, Ρόμπερτ Ντέβερο, κόμης του- — (Robert Devereux Essex, 1566 – 1601). Άγγλος στρατηγός. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Καντέρμπουρι και εμφανίστηκε στην αγγλική αυλή το 1584, όπου διακρίθηκε για την ομορφιά του και το πνεύμα του. Με την εύνοια της βασίλισσας Ελισάβετ κατετάγη… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Βάκων — I (Ίλτσεστερ, Σόμερσετ 1214 – 1292;). Εξελληνισμένος τύπος του ονόματος του Άγγλου φιλόσοφου Ρότζερ Μπέικον (Roger Bacon). Σπούδασε στην Οξφόρδη και στο Παρίσι και γύρω στο 1252 μπήκε στο τάγμα των Φραγκισκανών μοναχών. Η κλίση του όμως προς την… …   Dictionary of Greek

  • Κόλτσεστερ — (Colchester). Πόλη (155.796 κάτ. το 2001) της ανατολικής Αγγλίας, στην κομητεία Έσεξ. Βρίσκεται πάνω σε λόφο, ο οποίος δεσπόζει στη δεξιά όχθη του ποταμού Κόουλν, κοντά στη Βόρεια θάλασσα. Αποτελεί αγροτικό και εμπορικό κέντρο με μεγάλη κίνηση… …   Dictionary of Greek

  • Ρέιλι, Τζον Γουίλιαμ Στρατ, λόρδος — (Rayleigh, Λόνγκφορντ Γκρόουβ, Έσεξ 1842 – Ουίδαμ, Έσεξ 1919). Άγγλος φυσικός. Παρουσίασε μεγάλη κλίση στα μαθηματικά από τότε που σπούδαζε στο πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, όπου το 1879 διαδέχτηκε τον Μάξουελ στην έδρα της φυσικής. Κατόπιν έγινε… …   Dictionary of Greek

  • αμβρόσιος — I (Saint Ambrose, Τρέβιρα 340 – Μιλάνο 397 μ.Χ.). Άγιος και διδάσκαλος της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας. Γιος Ιταλών χριστιανών, σπούδασε στη Ρώμη νομικά, λατινική και ελληνική φιλολογία και διορίστηκε διοικητής της Λιγυρίας Εμιλίας με έδρα το Μιλάνο …   Dictionary of Greek

  • αυτοκίνητο — Όχημα το οποίο κινείται με κινητήρα που έχει πάνω του και το οποίο δεν σέρνεται από εξωτερική δύναμη. Γενικά χερσαίο όχημα που είναι κατασκευασμένο για να κινείται κατά κανόνα σε δρόμους και αντλεί την απαραίτητη για την κίνησή του ωστική δύναμη… …   Dictionary of Greek

  • πόλη — Αστικός συνοικισμός, ο οποίος αποτελείται από ένα σύμπλεγμα δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, τα οποία χωρίζονται ή συνδέονται μεταξύ τους με δρόμους, πάρκα και πλατείες, και που κατοικείται μόνιμα από σημαντικό αριθμό ανθρώπων –που επιδίδονται σε… …   Dictionary of Greek

  • Αγγλοσάξονες — Φυλή αποτελούμενη από τους Άγγλους, τους Σάξονες και τους Γιούτους. Προερχόμενοι από τη βόρεια Γερμανία, εγκαταστάθηκαν με συνεχείς μεταναστεύσεις τον 5o και 6o αι. μ.Χ. στη Βρετανία και έδωσαν τη σφραγίδα τους στην αγγλική γλώσσα και φιλολογία… …   Dictionary of Greek

  • Άνταμ, Ρόμπερτ και Τζέιμς — (Robert & James Adam). Σκοτσέζοι αρχιτέκτονες, οι γνωστότεροι από τους τέσσερις γιους του επίσης αρχιτέκτονα Γουίλιαμ Ά. Ο Ρόμπερτ Ά. (Κέρκαλντι 1728 – Λονδίνο 1792), θεωρητικός της αρχιτεκτονικής, μελετητής των αρχαίων μνημείων και δημιουργός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”